Βρέθηκα στη θέση του οδηγού πριν να ολοκληρώσω τα μαθήματα. Έτσι γίνεται και στον πόλεμο. Πριν ολοκληρώσεις την εκπαίδευση βρίσκεσαι στην πρώτη τη γραμμή. Όμως σκέφτομαι. Τελειώνουν ποτέ τα μαθήματα; Τελειώνει ποτέ η εκπαίδευση;
Η νύχτα τροχονόμος κι εγώ παράνομα πορεύομαι στη ζωή. Με δίπλωμα ένα χαρτί ανύπαρκτο και ταυτότητα με παλιά φωτογραφία αναγνώρισης. Κάποιοι λατινικοί χαρακτήρες επαναλαμβάνουν το όνομά μου. Όμως άλλο δεν ανταποκρίνομαι στο κάλεσμα. Μη με φωνάζεις με το όνομά μου. Κοιτάχτηκα το πρωί στο μικρό καθρέφτη. Όλα ανάποδα. Είδωλα. Και ένα όνομα γραμμένο αντίστροφα.
Βρέθηκα στο αυτοκίνητο. Διασχίζω το δρόμο μέσα από τον καθρέφτη. Ανάποδα. Άδεια η λεωφόρος και παραξενεύομαι.
Άδεια ήταν και πριν λίγο, έξω από τα κείμενα και τους καθρέφτες. Και συλλογιέμαι. Συχνά συλλογιέμαι πλέον. Πού πήγαν όλοι; Όταν ψάχνω ένα χέρι να πιαστώ, πού κρύβονται όλοι;
Τότε είναι που αρχίζω να φοβάμαι. Όχι την ερημιά, αλλά μην την συνηθίσω.